Σελίδες

Τρίτη 1 Δεκεμβρίου 2020

Ραντεβού στη Σαμάρα

Ένας μύθος από τη Μέση Ανατολή λέει ότι
είναι στο ριζικό μας να πεθάνουμε μια συγκεκριμένη στιγμή.


Ένας Υπηρέτης ψώνιζε σε ένα παζάρι στη Βαγδάτη, όταν - προς μεγάλο του τρόμο - έπεσε επάνω στον Θάνατο.

Ο Θάνατος τον κοίταξε με τόσο διεισδυτικό βλέμμα, ώστε εκείνος έτρεξε πίσω στον αφέντη του πανικόβλητος και του ζήτησε να του δανείσει ένα άλογο, ώστε να φύγει γρήγορα από τη Βαγδάτη και να φτάσει στη Σαμάρα πριν νυχτώσει. 

Ο Αφέντης του συμφώνησε και ο Υπηρέτης έφυγε καλπάζοντας.


Λίγο αργότερα, ο αφέντης πήγε στο παζάρι και είδε τον Θάνατο, που ακόμη στεκόταν μέσα στο πλήθος. 
Τον ρώτησε, χωρίς φόβο, γιατί είχε τρομοκρατήσει τον υπηρέτη του.

"Ξαφνιάστηκα που τον είδα εδώ", απάντησε ο Θάνατος.
"Έχω ραντεβού μαζί του στη Σαμάρα, απόψε".



Τετάρτη 25 Νοεμβρίου 2020

Αγία Αικατερίνη


Αγία Αικατερίνη

"Η καταγωγή μου είναι γνωστή σε όλη την Αλεξάνδρεια.
Οι γονείς μου είναι από τους ευγενέστερους της αυτοκρατορίας σου.
Επέρασα τη νεότητά μου αναζητώντας την αλήθεια.
Όσο μελετούσα, τόσο έβλεπα την ματαιότητα των ειδώλων. Έτσι έγινα χριστιανή και πιστεύω στην μόνη αληθινή θρησκεία.
Όλη μου η δόξα και το καύχημά μου είναι να φανώ αντάξια χριστιανή και νύμφη του Ιησού Χριστού...".

Είναι τα λόγια που είπε μπροστά στον αυτοκράτορα η αγία μεγαλομάρτυς και πάνσοφος Αικατερίνα, της οποίας η Εκκλησία σήμερα τιμά και γιορτάζει την μνήμη.

Από τα λόγια της, που είναι γεμάτα πίστη και χριστιανική αξιοπρέπεια, ξεχωρίζομε την ομολογία της, ότι όσο μελετούσε, τόσο έβλεπε την ματαιότητα των ειδώλων.

Μόνο οι ημιμαθείς και οι αδιάβαστοι κάνουν τους αθέους, οι πραγματικά σοφοί ομολογούν και κηρύττουν:
"Κύριε, ο Κύριος ημών, ως θαυμαστόν...
... το όνομά σου εν πάση τη γη!".

Βιογραφία

Η Αγία Αικατερίνη καταγόταν από οικογένεια ευγενών της Αλεξάνδρειας και μαρτύρησε στις αρχές του 4ου αιώνα μ.Χ. (304 μ.Χ.) Ήταν ευφυέστατη και φιλομαθής.
Ήδη σε ηλικία δέκα οκτώ χρονών κατείχε τις γνώσεις της ελληνικής φιλολογίας και φιλοσοφίας, αλλά και ήταν άρτια καταρτισμένη και στα δόγματα της χριστιανικής πίστης.
Όταν επί Μαξεντίου διεξαγόταν διωγμός εναντίον των χριστιανών, η Αικατερίνη δε φοβήθηκε, αλλά με παρρησία διέδιδε πώς ο Ιησούς Χριστός είναι ο μόνος Αληθινός Θεός.
Για το λόγο αυτό συνελήφθη από τον έπαρχο της περιοχής, ο οποίος προσπάθησε με συζητήσεις να την πείσει να αρνηθεί την πίστη της.
Όταν ο έπαρχος διαπίστωσε την ανωτερότητά των λόγων της Αικατερίνης, συγκάλεσε δημόσια συζήτηση με τους πιο άξιους ρήτορες της Αλεξάνδρειας, τους οποίους όμως η Αικατερίνη αποστόμωσε.
Κι όχι μόνο αυτό, αλλά κάποιοι από τους συνομιλητές της Αικατερίνης πείσθηκαν για τους λόγους της και ασπάστηκαν την Χριστιανική Πίστη.
Μπροστά σε αυτή την κατάληξη, ο έπαρχος διέταξε να τη βασανίσουν σκληρά με την ελπίδα πώς η αγία θα λύγιζε και θα αρνιόταν τον Χριστό. 
Όμως η Αικατερίνη έμεινε ακλόνητη στην πίστη της. 
Πέθανε στον τροχό, ύστερα από διαταγή του έπαρχου.

Τρίτη 6 Οκτωβρίου 2020

ΑΓΑΠΗ ΚΑΙ ΧΡΟΝΟΣ


Έμαθαν μια μέρα ότι το νησί τους θα βούλιαζε και έτσι όλοι επισκεύασαν τις βάρκες τους και άρχισαν να φεύγουν.

Η Αγάπη ήταν η μόνη που έμεινε πίσω. Ήθελε να αντέξει μέχρι την τελευταία στιγμή.

Όταν το νησί άρχισε να βυθίζεται, η Αγάπη αποφάσισε να ζητήσει βοήθεια.
Όλοι τότε την περιγελούσαν και της έλεγαν «εμείς πάντα το λέγαμε ότι μόνο η αγάπη δεν φτάνει».

Αγέρωχη, με ψηλά το κεφάλι, παρά τα δάκρυα που θόλωναν το βλέμμα της, βλέπει τον Πλούτο που περνούσε με μία λαμπρή θαλαμηγό και τον ρωτάει:

«Πλούτε, μπορείς να με πάρεις μαζί σου;»,
«Όχι, δεν μπορώ» απάντησε ο Πλούτος.
«Έχω ασήμι και χρυσάφι στο σκάφος μου και δεν υπάρχει χώρος για σένα».

Η Αγάπη τότε αποφάσισε να ζητήσει βοήθεια από την Αλαζονεία, που επίσης περνούσε από μπροστά της μ’ ένα εντυπωσιακό σκάφος.

«Σε παρακαλώ βοήθησε με» είπε η Αγάπη.
«Δεν μπορώ να σε βοηθήσω Αγάπη. Είσαι μούσκεμα και θα μου χαλάσεις το όμορφο σκάφος μου», της απάντησε η Αλαζονεία.

Η Ευδαιμονία πέρασε μπροστά από την Αγάπη, αλλά κι αυτή δεν της έδωσε σημασία. Χαμένη, στον γυάλινο κόσμο της, ούτε καν άκουσε την Αγάπη να ζητά βοήθεια.

Η Λύπη ήταν πιο πέρα και έτσι η Αγάπη αποφάσισε να ζητήσει από αυτήν βοήθεια.
«Λύπη, άφησε με να έρθω μαζί σου»..
«Ω Αγάπη, είμαι τόσο λυπημένη, που θέλω να μείνω μόνη μου» είπε η Λύπη.

Το Μίσος έριχνε άγριες ματιές στην Αγάπη και η Ειρωνεία μισογελούσε και της μόρφαζε, ενώ συνέχιζαν να κάνουν βόλτες με μια γρήγορη θαλαμηγό, απολαμβάνοντας το θέαμα: το νησί βούλιαζε κι η αγάπη μόνη στ’ ακρογιάλι…

Ξαφνικά ακούστηκε μια φωνή:
«Αγάπη, έλα εδώ. Θα σε πάρω εγώ μαζί μου».

Ήταν ένας ηλικιωμένος κύριος που η Αγάπη δεν γνώριζε.
Όταν έφτασαν ασφαλείς στην στεριά, ο κύριος την άφησε στο πανέμορφο «λιμανάκι της αγκάλης» και συνέχισε αργά και σίγουρα το δρόμο του.
Η Αγάπη ένοιωσε γεμάτη ευγνωμοσύνη για τον άγνωστο, αλλά ήταν τόση η ταραχή της, που ξέχασε να τον ρωτήσει το όνομά του.

Γνωρίζοντας πόσα τού χρωστούσε, που τή βοήθησε, ρώτησε τη Γνώση:
« Γνώση, ποιός με βοήθησε
« Ο Χρόνος», τής απάντησε η Γνώση.
«Ο Χρόνος;» ρώτησε η Αγάπη. «Γιατί με βοήθησε ο Χρόνος;»

Τότε η Γνώση χαμογέλασε και με βαθιά σοφία της είπε:
«Μόνο ο Χρόνος μπορεί να καταλάβει πόσο μεγάλη σημασία έχει η Αγάπη».

Τρίτη 29 Σεπτεμβρίου 2020

Όσιος Κυριακός ο Αναχωρητής (29 Σεπτέμβριου)



Ήταν άνθρωπος που καλλιεργούσε "υπομονήν,  πραότητα". 

Γι' αυτό και πέτυχε στην ασκητική του ζωή.

Γεννήθηκε στην Κόρινθο το 5ο αιώνα, από Ιερέα πατέρα, τον Ιωάννη.
Τη μητέρα του την έλεγαν Ευδοξία και είχε αδελφό τον Αρχιεπίσκοπο Κορίνθου, Πέτρο.

Από ιερατικό λοιπόν γένος, ο Κυριακός, σε νεαρή ηλικία πήγε στα Ιεροσόλυμα και από εκεί στη Λαύρα του Μεγάλου Ευθυμίου. Εκεί, ο Μέγας Ευθύμιος, τον έκανε μοναχό και τον έστειλε στον ασκητή Γεράσιμο.

Όταν πέθανε ο Γεράσιμος, ο Κυριακός επέστρεψε στη Λαύρα του Ευθυμίου, όπου με ζήλο καλλιεργούσε τις αρετές του, ώσπου κάποια στάση που έγινε στη Λαύρα του Ευθυμίου τον ανάγκασε να πάει στη Λαύρα του Σουκά.
Εκεί, 40 χρονών χειροτονήθηκε πρεσβύτερος και ανέλαβε την επιστασία του Σκευοφυλακίου.

Εκείνο που τον διέκρινε απέναντι στους συμμοναστές του, ήταν ο γαλήνιος τρόπος με τον όποιο τους αντιμετώπιζε, γι' αυτό και ήταν παράδειγμα προς μίμηση από όλους.

Εβδομήντα χρονών ο Κυριακός, έφυγε κι από εκεί και με υπομονή γύρισε πολλά μοναστήρια και σκήτες, όπου έζησε με αυστηρότατη άσκηση.

Τελικά, πέθανε 107 χρονών, και σε όλους έμεινε η ενθύμηση του ασκητή, που έδειχνε "πραότητα προς πάντας ανθρώπους".
Πραότητα, δηλαδή, σ' όλους ανεξαίρετα τους ανθρώπους.



Like the Post? Do share with your Friends.