Σελίδες

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Διδακτικές Ιστορίες. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Διδακτικές Ιστορίες. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Κυριακή 6 Απριλίου 2025

Το κοράκι και το σπουργίτι

 


Μια μέρα, στα μέσα του φθινοπώρου, ένας δυνατός άνεμος φύσηξε μέσα στο δάσος.
Σύννεφα σκέπαζαν τον ουρανό, και τα φύλλα χόρευαν σε άγρια λαίλαπα.
Εν μέσω αυτής της καταιγίδας, ένα κοράκι που πετούσε πάνω από τα χωράφια συγκρούστηκε με το κλαδί ενός γέρικου δέντρου.
Με μια πνιγμένη κροά έπεσε στο έδαφος - ένα από τα φτερά του κρέμεται κάτω.
Το κοράκι προσπάθησε να σηκωθεί, να απλώσει τα φτερά του, αλλά ένας έντονος πόνος διαπέρασε το σώμα του. Κατάλαβε ότι δεν μπορούσε να το κάνει μόνος του.
Έτσι σήκωσε το βλέμμα του στον ουρανό, όπου τα πουλιά έκαναν κύκλους, και ελπίζουμε:
- Βοήθεια... Δεν μπορώ να πετάξω...

Μια καρακάξα πετούσε - είδε το κοράκι και μόλις σνίφαρε:
- Πάντα ήσουν περήφανος, πέταγες ψηλά και γελούσες μαζί μας. Τώρα ζήτα βοήθεια.
Πίσω της πέταξε ένα μαυροπούλι, μια καρδερίνα, ακόμα και μια κίσσα - όλα κοιτάζοντας αλλού, ρίχνοντας σύντομες ματιές γεμάτες περιφρόνηση ή αδιαφορία.
Το κοράκι χαμήλωσε το κεφάλι του. Μόνος, πεινασμένος και πληγωμένος, άρχισε να χάνει την πίστη του.

Αλλά τότε, από κάποιον κοντινό θάμνο, ακούστηκε μια λεπτή, λεπτή φωνή:
"Θα σε βοηθήσω, αν δεν φοβάσαι τη μικρή μου δύναμή."
Ήταν ένα σπουργίτι. Μικρό, διακριτικό, γκρι. Πήδηξε δίπλα του, κουβαλώντας ένα ψίχουλο ξερό ψωμί στο ράμφος του. Έπειτα έφερε μια σταγόνα νερό, ένα καταφύγιο από ξερά φύλλα, και έφτιαξε μια φωλιά από τις ρίζες του δέντρου.

"Γιατί το κάνεις αυτό; " το κοράκι ρώτησε αδύναμα.

"Επειδή είσαι ζωντανός. Κι επειδή αν είχα πέσει, κι εγώ θα ήθελα κάποιον να μην προσπερνά."

Οι μέρες περνούσαν. Στην αρχή το κοράκι δεν μπορούσε καν να κουνηθεί, αλλά το σπουργίτι δεν το εγκατέλειψε. Μοιράστηκε ψίχουλα μαζί του, του είπε για τη ζωή στο δάσος και τον ζέστανε τις κρύες νύχτες.
Και όταν το κοράκι μπόρεσε να ανοίξει ξανά το φτερό του, η πρώτη του σκέψη δεν ήταν για τον εαυτό του, αλλά για τον μικρό φίλο που είχε γίνει περισσότερο από οποιονδήποτε γι' αυτόν.
Η άνοιξη ήρθε γρήγορα. Το δάσος γέμισε φως και ήχους. Αλλά μια μέρα, καθώς το σπουργίτι μάζευε σπόρους από το ξέφωτο, ένα γεράκι πετάχτηκε έξω από τους θάμνους.
Όλα συνέβησαν σε μια στιγμή - το σπουργίτι δεν πρόλαβε καν να κελαηδήσει.

Άξαφνα, μια μαύρη σιλουέτα έπεσε από τον ουρανό.
Το κοράκι, δυνατό και μαγευτικό, όρμησε κάτω, ανοίγοντας τα φτερά του, τόσο δυνατά, που ο αέρας σφύριξε.
Έπεσε πάνω στο γεράκι και το παρέσυρε.

"Με έσωσες... " ψιθύρισε το σπουργίτι.
"Όχι, εσύ ήσουν που με έσωσες πρώτος" απάντησε το κοράκι.
- Και τώρα ξέρω ότι η καλοσύνη δεν μετριέται με το μέγεθος ενός φτερού. Και η καρδιά... μπορεί να είναι τεράστια ακόμα και στο μικρότερο στήθος.

Ηθικό Δίδαγμα:
Ποτέ μην περιφρονείς εκείνους που είναι πιο αδύναμοι από εσένα.
Μερικές φορές, είναι αυτοί που θεωρούσες ασήμαντους που γίνονται το στήριγμά σου.
Και η καλοσύνη που δίνεται χωρίς να περιμένεις αντάλλαγμα, πάντα επιστρέφει - εκεί που δεν το περιμένεις, αλλά την χρειάζεσαι περισσότερο.

~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~
Πηγή: από το Διαδίκτυο


Τρίτη 29 Οκτωβρίου 2024

Το διψασμένο περιστέρι


Ένα περιστέρι ήταν τόσο διψασμένο, ώστε πετούσε σαν τρελό εδώ κι εκεί για να βρει λίγο νερό.

Ξαφνικά, είδε σε κάποιο τοίχο ζωγραφισμένο ένα κανάτι και νόμισε πως είναι αληθινό.

Πήρε φόρα λοιπόν κι όρμησε να ξεδιψάσει με το νερό που τάχα ήταν γεμάτη η ζωγραφιά.
Φυσικά, έσκασε στον τοίχο και τραυματίστηκε θανάσιμα.

Λίγο πριν ξεψυχήσει, ψιθύρισε:

“Τι ατυχία κι αυτή! Απ' την πολλή μου δίψα, ξέχασα, το δύστυχο, πως υπάρχει και θάνατος”.

~~~~~~~~

Πέμπτη 14 Μαρτίου 2024

Το σαλιγκάρι και ο αητός


Βλέπει μια μέρα ένας περήφανος αετός ένα σαλιγκάρι στην κορφή του Ολύμπου, δεν μπορεί να αντισταθεί στην περιέργεια και το ρωτά;

 - Πώς έφτασες εδώ πάνω; 

 - Έρποντας, γλείφοντας και με τα κέρατά μου.





Τετάρτη 1 Ιουνίου 2022

O Φοιτητής και ο Βαρκάρης....


Ήταν μια φορά ένας Ινδός φοιτητής, ο οποίος πλήρωσε έναν βαρκάρη για να τόν μεταφέρει στην απέναντι όχθη, ενός μεγάλου, σε βάθος, και φουσκωμένου, ποταμού.

Ξεκίνησαν μια συζήτηση, καθώς ο νεαρός φοιτητής, κοιτάζοντας ανήσυχος τα φουσκωμένα νερά, μιλούσε στον «ταπεινό» βαρκάρη για τις σπουδές και τα ακαδημαϊκά του επιτεύγματα!!!

Τότε, ο βαρκάρης ρώτησε:
«Κατά τη διάρκεια των σπουδών σου, έμαθες ποτέ να κολυμπάς;»

«'Οχι», απάντησε ο νέος.

«Κρίμα», είπε ο βαρκάρης, «γιατί η βάρκα βουλιάζει»............



Δευτέρα 1 Φεβρουαρίου 2021

"Καλή τύχη, κακή τύχη! ~~~~


Ζούσε κάποτε σε ένα απομακρυσμένο χωριουδάκι ένας γεωργός.
Κάποια μέρα ανακάλυψε ότι η αγελάδα του είχε φύγει από το λιβάδι και εξαφανίστηκε.
Καθώς άρχισε να την ψάχνει, συνάντησε το γείτονά του, που τον ρώτησε πού πήγαινε.
Όταν απάντησε πως χάθηκε η αγελάδα του, ο γείτονας κούνησε το κεφάλι του και είπε:

"Αυτό είναι κακή τύχη!"

"Καλή τύχη, κακή τύχη! Ποιός το ξέρει;" απάντησε ο γεωργός και συνέχισε το δρόμο του. 

Έξω, πάνω στους λόφους, πέρα από την καλλιεργημένη γη, βρήκε την αγελάδα του να τρώει χορτάρι δίπλα σ' ένα όμορφο άλογο. Κι όταν πήρε την αγελάδα του να γυρίσουν στο σπίτι, το άλογο ακολούθησε πίσω της.

Το άλλο πρωί, ήρθε ο γείτονας του να μάθει για την αγελάδα. Βλέποντας την πάλι στο λιβάδι και δίπλα της ένα όμορφο άλογο, ρώτησε το γεωργό τι συνέβη. Εκείνος του εξήγησε ότι το άλογο ακολούθησε την αγελάδα του στο σπίτι και ο γείτονας του είπε:

"Αυτό είναι καλή τύχη!"

"Καλή τύχη, κακή τύχη! Ποιός το ξέρει;" απάντησε ο γεωργός και συνέχισε το δρόμο του.

Την επόμενη μέρα, ο γιος του γεωργού γύρισε στο σπίτι με άδεια από το στρατό. Αμέσως, προσπάθησε να καβαλήσει το όμορφο άλογο, αλλά έπεσε στο έδαφος και έσπασε το πόδι του. Περνώντας από εκεί ο γείτονας, για να πάει στην αγορά, είδε τον νεαρό να κάθεται στη βεράντα με το πόδι του σε νάρθηκα, ενώ ο πατέρας του σκάλιζε τον κήπο, και ρώτησε τι έγινε. Όταν άκουσε, κούνησε το κεφάλι του:

"Αυτό είναι κακή τύχη!"

"Καλή τύχη, κακή τύχη! Ποιός το ξέρει;" απάντησε ο γεωργός και συνέχισε να σκαλίζει τον κήπο του.

Την άλλη μέρα, η μονάδα του παιδιού πέρασε παρελαύνοντας κάτω στο δρόμο. Κατά τη διάρκεια της νύχτας, είχε ξεσπάσει πόλεμος και πήγαιναν στο μέτωπο. Ο γιος του γεωργού δεν μπόρεσε να πάει μαζί τους και ο γείτονας, σκύβοντας πάνω από το φράχτη και απευθυνόμενος στο γεωργό, που βρισκόταν στο χωράφι του, σχολίασε ότι, τουλάχιστον, ο πατέρας γλίτωσε από τον κίνδυνο να χάσει το γιο του στον πόλεμο.

"Αυτό είναι καλή τύχη!"

"Καλή τύχη, κακή τύχη! Ποιός το ξέρει;" απάντησε ο γεωργός και συνέχισε να οργώνει.

Το σούρουπο ο γεωργός και ο γιος του κάθισαν να φάνε το βραδινό τους. Μετά από λίγες μπουκιές, ο γιος κατάπιε ένα κόκαλο από το κοτόπουλο και πέθανε.
Στην κηδεία ο γείτονας έβαλε το χέρι του στον ώμο του γεωργού και είπε λυπημένα.

"Αυτό είναι κακή τύχη!"

"Καλή τύχη, κακή τύχη! Ποιός το ξέρει;" απάντησε ο γεωργός αφήνοντας ένα μπουκέτο λουλούδια δίπλα στο φέρετρο.

Αργότερα, μέσα στην επόμενη εβδομάδα, ήρθε ο γείτονας να πει στον γεωργό τα νέα, ότι ολόκληρη η μονάδα του γιού του είχε κατακρεουργηθεί.

"Τουλάχιστον, εσύ ήσουν μαζί με το γιο σου, όταν πέθανε..

"Αυτό είναι καλή τύχη!" είπε ο γείτονας.

"Καλή τύχη, κακή τύχη! Ποιός το ξέρει;" απάντησε ο γεωργός και συνέχισε το δρόμο του προς την αγορά.

και πάει λέγοντας.....
Οι περισσότεροι από εμάς είμαστε σαν το γείτονα σ'αυτό το παραμυθάκι.
Κάθε αντίδραση και κάθε κρίση που έχουμε βασίζεται πάνω σ'εκείνο που συμβαίνει σ' ένα ορισμένο σημείο μέσα στην εκτυλισσόμενη ιστορία μας.
Είναι ένα συγκεκριμένο γεγονός ευλογία ή κατάρα;

Συνήθως αφήνουμε τα συναισθήματά μας να αποφασίσουν.
Αν, όμως με κάποιο τρόπο, ελευθερωνόμασταν από το συναίσθημα - ιδιαίτερα το φόβο, κάθε φορά που εμφανίζεται στη ζωή μας μια αντιξοότητα - τότε δεν θα ονομάζαμε καν αυτό το γεγονός "αντιξοότητα".
Θα το αποκαλούσαμε απλώς "αλλαγή", επειδή αυτό είναι που μας προσφέρει οποιοδήποτε απρόβλεπτο συμβάν ή κατάσταση - το ότι σε κάποιο βαθμό, αλλάζουμε.

(απόσπασμα από το βιβλίο
 "Γιατί σ'εμένα, γιατί αυτό, γιατί τώρα;",
 της Robin Norwood)


Πέμπτη 10 Δεκεμβρίου 2020

Η πεταλούδα ψυχή


Τα πολύ παλιά χρόνια, σε μια πόλη μακρινή, ζούσε ένας Σοφός Δάσκαλος με τους μαθητές του. 
Κάποια φορά, ένας από τους καλύτερους μαθητές του αναρωτήθηκε, αν υπήρχε ερώτηση στην οποία ο Δάσκαλος δεν θα μπορούσε να απαντήσει.

Σκέφτηκε λοιπόν να πιάσει μια πεταλούδα με το χέρι του και να ρωτήσει τον δάσκαλό του, τι κρατούσε και αν αυτό που είχε μέσα στον καρπό του ήταν ζωντανό ή νεκρό.


Ήξερε επίσης ο μαθητής ότι ο δάσκαλός του εύκολα θα εύρισκε την πεταλούδα, αλλά αν ο δάσκαλός του απαντούσε ότι ήταν ζωντανή, τότε θα έσφιγγε το χέρι του και θα σκότωνε την πεταλούδα, για να του αποδείξει ότι δεν ήταν και τόσο σοφός.

Έπιασε λοιπόν μια πεταλούδα και, αφού την έκλεισε στον καρπό του, ρώτησε τον δάσκαλό του.

~ "Δάσκαλε τι κρατώ στο χέρι μου;"

~ "Την ψυχή σου κρατάς νεαρέ μου."

Σκέφτεται ο μαθητής ότι ο δάσκαλός του έχει δίκιο.

Η πεταλούδα είναι μια ψυχή, που θα μπορούσε να είναι και η δική του.

"Λοιπόν δάσκαλε" , συνεχίζει ο μαθητής , "είναι η ψυχή μου και τι είναι ζωντανή ή νεκρή;" ξαναρωτά ο μαθητής.

Απαντά ο σοφός δάσκαλος λέγοντας:

~"Από το χέρι σου εξαρτάται.....!"

Η τύχη της Ψυχής μας 
εξαρτάται από εμάς!



Η σωτηρία εξαρτάται από εμάς.
Όμηρος (περ. 850 π.χ.)


Πηγή: από το Διαδίκτυο.. 

Τρίτη 1 Δεκεμβρίου 2020

Ραντεβού στη Σαμάρα

Ένας μύθος από τη Μέση Ανατολή λέει ότι
είναι στο ριζικό μας να πεθάνουμε μια συγκεκριμένη στιγμή.


Ένας Υπηρέτης ψώνιζε σε ένα παζάρι στη Βαγδάτη, όταν - προς μεγάλο του τρόμο - έπεσε επάνω στον Θάνατο.

Ο Θάνατος τον κοίταξε με τόσο διεισδυτικό βλέμμα, ώστε εκείνος έτρεξε πίσω στον αφέντη του πανικόβλητος και του ζήτησε να του δανείσει ένα άλογο, ώστε να φύγει γρήγορα από τη Βαγδάτη και να φτάσει στη Σαμάρα πριν νυχτώσει. 

Ο Αφέντης του συμφώνησε και ο Υπηρέτης έφυγε καλπάζοντας.


Λίγο αργότερα, ο αφέντης πήγε στο παζάρι και είδε τον Θάνατο, που ακόμη στεκόταν μέσα στο πλήθος. 
Τον ρώτησε, χωρίς φόβο, γιατί είχε τρομοκρατήσει τον υπηρέτη του.

"Ξαφνιάστηκα που τον είδα εδώ", απάντησε ο Θάνατος.
"Έχω ραντεβού μαζί του στη Σαμάρα, απόψε".



Πέμπτη 9 Αυγούστου 2018

Τρείς εσείς, τρεις κι΄εμείς, Κύριε ελέησον ημάς!






Η τρίτη πράξη της Λευκορωσικής ταινίας «Παροιμίες και παραβολές 2» που οπτικοποιεί γνωστή ιστορία από το γεροντικό.
Μετάφραση από τα ρωσικά: Ευγενία Τελιζένκο.

Τρίτη 14 Μαρτίου 2017

Η πεταλούδα ψυχή




Τα πολύ παλιά χρόνια, σε μια πόλη μακρινή, ζούσε ένας Σοφός Δάσκαλος με τους μαθητές του. 

Κάποια φορά, ένας από τους καλύτερους μαθητές του αναρωτήθηκε, αν υπήρχε ερώτηση στην οποία ο Δάσκαλος δεν θα μπορούσε να απαντήσει.

Σκέφτηκε λοιπόν να πιάσει μια πεταλούδα με το χέρι του και να ρωτήσει τον δάσκαλό του, τι κρατούσε και αν αυτό που είχε μέσα στον καρπό του ήταν ζωντανό ή νεκρό.


Ήξερε επίσης ο μαθητής ότι ο δάσκαλός του εύκολα θα εύρισκε την πεταλούδα, αλλά αν ο δάσκαλός του απαντούσε ότι ήταν ζωντανή, τότε θα έσφιγγε το χέρι του και θα σκότωνε την πεταλούδα, για να του αποδείξει ότι δεν ήταν και τόσο σοφός.

Έπιασε λοιπόν μια πεταλούδα και, αφού την έκλεισε στον καρπό του, ρώτησε τον δάσκαλό του.

~ "Δάσκαλε τι κρατώ στο χέρι μου;"

~ "Την ψυχή σου κρατάς νεαρέ μου."

Σκέφτεται ο μαθητής ότι ο δάσκαλός του έχει δίκιο.

Η πεταλούδα είναι μια ψυχή, που θα μπορούσε να είναι και η δική του.

"Λοιπόν δάσκαλε" , συνεχίζει ο μαθητής , "είναι η ψυχή μου και τι είναι ζωντανή ή νεκρή;" ξαναρωτά ο μαθητής.

Απαντά ο σοφός δάσκαλος λέγοντας:

~"Από το χέρι σου εξαρτάται.....!"
Η τύχης της Ψυχής μας 
εξαρτάται από εμάς!




Η σωτηρία εξαρτάται από εμάς.

Όμηρος (περ. 850 π.χ.)


Πηγή: από το Διαδίκτυο.. 

Δευτέρα 1 Ιουνίου 2015

Ο Τυχερός Αριθμός............ 7

 


Εκείνη τη μέρα, στο πρωινό, ο σερβιτόρος του έφερε ένα δίσκο που, αντί για τις συνηθισμένες έξι φέτες ψωμί που συνόδευαν τη μαρμελάδα του, περιείχε επτά.

Το γεγονός θα είχε βουλιάξει στη λήθη, αν δεν ήταν το εισιτήριο του λεωφορείου που είχε πάρει βγαίνοντας από το σπίτι και είχε αριθμό 07070707.

Ο κύριος Πέρες κατάλαβε ότι όλα αυτά ήταν κάτι περισσότερο από σύμπτωση.
Ήταν κάποιο είδος οιωνού.
Παράξενος οιωνός, κυρίως όταν, με μια ελαφριά άσκηση μνήμης, θυμήθηκε ότι και ο ίδιος είχε γεννηθεί κάποια εβδόμη Ιουλίου.

Για να διώξει αυτές τις παράξενες σκέψεις, άνοιξε την εφημερίδα στην τύχη, όχι συμπτωματικά στη σελίδα 7.

Εκεί, στο κέντρο της σελίδας, βρήκε τη φωτογραφία ενός αλόγου με το περίεργο όνομα «Τυχεροπετάλιππος», που θα αγωνιζόταν με το νούμερο επτά στην έβδομη ιπποδρομία της επόμενης μέρας, επτά του μηνός.

Ο κύριος Πέρες μέτρησε τα γράμματα του ονόματος του αλόγου. Ήταν 16, και άθροισε: 1+6=7.

Και, αντανακλαστικά, σήκωσε το βλέμμα στον ουρανό ως σημάδι ευγνωμοσύνης.

Το επόμενο πρωί πήγε στην τράπεζα και σήκωσε όλες του τις καταθέσεις. Επειδή, όμως, του φάνηκαν ισχνές, έβαλε υποθήκη το σπίτι του και κατάφερε να πάρει ένα δάνειο.

Μετά πήρε ένα ταξί του οποίου η πινακίδα τελείωνε, φυσικά, σε επτά. Έφτασε στον ιππόδρομο και στοιχημάτισε όλα του τα χρήματα στο άλογο με το νούμερο επτά στην έβδομη ιπποδρομία.
Συμπτωματικά - αν και αυτή τη φορά με δική του παρέμβαση -, στοιχημάτισε τα λεφτά του στο ταμείο επτά.

Μετά, πήγε και κάθισε - θα μπορούσε να ορκιστεί ότι έγινε χωρίς να το επιδιώξει- στη θέση νούμερο επτά, στην έβδομη σειρά. Και περίμενε.

Όταν ξεκίνησε η έβδομη ιπποδρομία, στις κερκίδες ξέσπασε αναστάτωση και οι θεατές σηκώθηκαν όρθιοι, αλλά αυτός παρέμεινε γαλήνιος.

Το άλογο με το νούμερο επτά πήρε το προβάδισμα από το ξεκίνημα και πέρασε μπροστά απ’ τις κερκίδες, ανάμεσα στα χτυπήματα από τα κράνη, το σύννεφο σκόνης και τις κραυγές του πλήθους.

Η κούρσα τελείωσε ακριβώς στις επτά 

και το άλογο με το νούμερο επτά… 

της κούρσας επτά… 

όπως όλα έδειχναν… 

είχε τερματίσει 




έβδομο


Ιστορία από το βιβλίο 
"ΒΑΣΙΣΟΥ ΠΑΝΩ ΜΟΥ" 
του Χόρχε Μπουκάι (Jorge Bucay)

Τετάρτη 20 Μαΐου 2015

Το βλέμμα του Έρωτα

 

Μια φορά κι έναν καιρό ήταν ένας βασιλιάς που ήταν ερωτευμένος με τη Σαμπρίνα, μια γυναίκα ταπεινής καταγωγής, που την έκανε τελευταία του γυναίκα. 

Ένα απόγευμα, ενώ ο βασιλιάς έλειπε στο κυνήγι, ήρθε ένας αγγελιοφόρος να ειδοποιήσει ότι, η μητέρα της Σαμπρίνας ήταν άρρωστη.

Ο βασιλιάς της είχε απαγορεύσει να χρησιμοποιεί την προσωπική του άμαξα κι αν παραβίαζε την εντολή του, θα το πλήρωνε με το κεφάλι της.

Ωστόσο, η Σαμπρίνα μπήκε στην άμαξα κι έτρεξε στο πλευρό της μητέρας της.

Οταν γύρισε ο βασιλιάς έμαθε τα καθέκαστα.

Μα δεν είναι θαυμάσια;” είπε.

Αυτό είναι αληθινή αγάπη της κόρης προς τη μητέρα. Δεν την ένοιαξε να διακινδυνεύσει το κεφάλι της για να φροντίσει τη μητέρα της. Είναι υπέροχη!” .

Την άλλη μέρα, ενώ η Σαμπρίνα καθόταν στον κήπο του παλατιού κι έτρωγε φρούτα, ήρθε ο βασιλιάς. 
Τον χαιρέτησε και μετά δάγκωσε το τελευταίο ροδάκινο που είχε το καλάθι.

Φαίνονται γλυκά!” είπε ο βασιλιάς.

Πράγματι” είπε η βασίλισσα.

Και απλώνοντας το χέρι της, έδωσε στον αγαπημένο της το τελευταίο ροδάκινο.


Πόσο με αγαπάει!” σχολίασε ο βασιλιάς.

Στερήθηκε την απόλαυσή της για να μου δώσει εμένα το τελευταίο ροδάκινο του καλαθιού. Δεν είναι καταπληκτική;

Πέρασαν ορισμένα χρόνια και - ποιός ξέρει γιατί - ο έρωτας και το πάθος έσβησαν από την καρδιά του βασιλιά.


Καθόταν μαζί μ’ έναν στενό του φίλο και του έλεγε:
Ποτέ δεν φέρθηκε σαν βασίλισσα. Μια φορά, μάλιστα, παράκουσε τη διαταγή μου να μη χρησιμοποιήσει τη βασιλική άμαξα και θυμάμαι μια μέρα που μου έδωσε να φάω ένα δαγκωμένο φρούτο”.

 ******************************************
Η πραγματικότητα είναι πάντα η ίδια. 
Κι είναι αυτό που είναι.

Ωστόσο, όπως στο παραμύθι, ο άνθρωπος μπορεί να ερμηνεύσει μια κατάσταση με τον έναν τρόπο ή με ακριβώς τον αντίθετο, ανάλογα με την ψυχική διάθεση που έχει εκείνη τη στιγμή.


Πρόσεχε τι αντιλαμβάνεσαι… 

Αν ό,τι βλέπεις, ταιριάζει “γάντι” 
με την πραγματικότητα 
που περισσότερο σε βολεύει. τότε

ΜΗΝ ΠΙΣΤΕΥΕΙΣ ΣΤΑ ΜΑΤΙΑ ΣΟΥ !!!

~~~~~~~~~~~~~~~~~~~



Τετάρτη 1 Οκτωβρίου 2014

"Ο γέρος και η ευτυχία ".....


Σ' ένα χωριό ζούσε ένας γέρος και θεωρούσε πως ήταν από τους πιο δυστυχισμένους ανθρώπους του κόσμου. 
Όλο το χωριό τον απέφευγε. 
Πάντα ήταν σκυθρωπός, πάντα είχε παράπονα, πάντα με κακή διάθεση…

Όσο περισσότερο ζούσε, τόσο πιο πικρόχολος γινόταν, τόσο περισσότερο φαρμάκι είχαν τα λόγια του. 
Όμως μια φορά, όταν έγινε ογδόντα ετών, συνέβηκε το απίστευτο.

Η φήμη στιγμιαίως διαδόθηκε σ' όλο το χωριό:
"Ο γέρος είναι ευτυχισμένος, δεν παραπονιέται πια, χαμογελάει, άλλαξε και το πρόσωπό του, έγινε αγνώριστος".

Τότε μαζεύτηκε όλο το χωριό και ρώτησέ το γέρο:
- "Τι έγινε; Τι έπαθες;"

- "Τίποτα", απάντησε ο γέρος, "ογδόντα χρόνια προσπαθούσα να γίνω ευτυχισμένος και δε μου βγήκε.
Αποφάσισα λοιπόν και εγώ να ζήσω χωρίς ευτυχία. 
Γι' αυτό και είμαι ευτυχισμένος".


Πέμπτη 18 Σεπτεμβρίου 2014

"Το μαγαζί της Αλήθειας"


"Ο άνθρωπος περπατούσε σ' εκείνα τα σοκάκια της επαρχιακής πόλης.
Είχε χρόνο και γι' αυτό κοντοστεκόταν για λίγο μπροστά σε κάθε βιτρίνα, σε κάθε κατάστημα, σε κάθε πλατεία.

Στρίβοντας σε μια γωνία βρέθηκε άξαφνα μπροστά σε ένα ταπεινό κατάστημα που η ταμπέλα του ήταν λευκή.

Περίεργος, πλησίασε στη βιτρίνα και κόλλησε το πρόσωπο του στο κρύσταλλο για να καταφέρει να δεί μέσα στο σκοτάδι...
Το μόνο που φαινόταν ήταν ένα αναλόγιο μ' ένα χειρόγραφο καρτελάκι που έγραφε:

 "Το μαγαζί της Αλήθειας"

Ο άνθρωπος έμεινε έκπληκτος.

Σκέφτηκε, ότι αν και διέθετε ανεπτυγμένη φαντασία, του ήταν αδύνατον να φανταστεί τί μπορεί να πουλούσαν. 

Μπήκε.

Πλησίασε την κοπέλα που στεκόταν στον πρώτο πάγκο και τη ρώτησε: 
"Συγνώμη. Αυτό είναι το μαγαζί της αλήθειας;"

"Μάλιστα κύριε. Τί λογής αλήθεια θέλετε; Αλήθεια μερική, αλήθεια σχετική, αλήθεια στατιστική, πλήρη αλήθεια;"

Ώστε, λοιπόν, πουλούσαν αλήθεια.
Ποτέ δεν είχε φανταστεί οτι ήταν δυνατόν κάτι τέτοιο.
Να πηγαίνεις σ' ένα μέρος και να παίρνεις την αλήθεια, ήταν υπέροχο.

"Θέλω πλήρη αλήθεια" αποκρίθηκε ο άνθρωπος χωρίς ταλάντευση. 
"Είμαι τόσο απαυδισμένος από τα ψέματα και τις πλαστογραφίες" σκέφτηκε 
"Δε θέλω άλλες γενικεύσεις, ούτε δικαιολογίες, δε θέλω απάτες, ούτε κοροϊδίες."
"Απόλυτη αλήθεια" διόρθωσε.

"Μάλιστα κύριε. Ακολουθήστε με."

Η κοπέλα συνόδευσε τον πελάτη σ' ένα άλλο μέρος του καταστήματος και δείχνοντας έναν πωλητή με αυστηρό ύφος, είπε: "Ο κύριος θα σας εξυπηρετήσει."

Ο πωλητής πλησίασε και περίμενε τον πελάτη να μιλήσει.

"Ήρθα να αγοράσω την απόλυτη αλήθεια."

"Αχα. Συγνώμη, γνωρίζετε την τιμή;"

"Όχι. Πόσο κοστίζει;" αποκρίθηκε τυπικά.

 Στην πραγματικότητα ήξερε οτι θα πλήρωνε όσο όσο για να έχει όλη την αλήθεια.

"Για όλη την αλήθεια", είπε ο πωλητής "το αντίτιμο είναι οτι ποτέ πιά δε θα έχετε την ησυχία σας."

Ένα ρίγος διέτρεξε τη ράχη του ανθρώπου. Ποτέ δεν είχε φανταστεί ότι το κόστος θα ήταν τόσο υψηλό.
"Ε..ευχαριστώ... Συγνώμη..." ψέλλισε. 

Έκανε μεταβολή και βγήκε από το κατάστημα κοιτώντας το έδαφος.
Ένιωσε λίγο θλιμμένος, όταν κατάλαβε ότι δεν ήταν ακόμα προετοιμασμένος για την απόλυτη αλήθεια, ότι ακόμα χρειαζόταν ορισμένα ψέματα για να βρίσκει ανάπαυση, ορισμένους μύθους και εξιδανικεύσεις για να καταφεύγει, ότι ήθελε κάποιες δικαιολογίες για να μην αντιμετωπίζει τον ίδιο του τον εαυτό...

"Ίσως αργότερα..." σκέφτηκε.

 ΧΟΡΧΕ ΜΠΟΥΚΑΪ – JORGE BUCAY


Like the Post? Do share with your Friends.